- βερεκυντίας
- βερεκυντίας, ὁ,A = ἀπηλιώτης (Pontic word), Thphr. Vent.62.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
βερεκυντίας — βερεκυντίᾱς , βερεκυντίας masc acc pl βερεκυντίᾱς , βερεκυντίας masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βερεκυντία — βερεκυντίᾱ , βερεκυντίας masc nom/voc/acc dual βερεκυντίας masc voc sg βερεκυντίᾱ , βερεκυντίας masc voc sg (attic) βερεκυντίᾱ , βερεκυντίας masc gen sg (doric aeolic) βερεκυντίας masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βερεκυντίαν — βερεκυντίᾱν , βερεκυντίας masc acc sg (attic epic doric aeolic) βερεκυντίας masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βερεκυντίᾳ — βερεκυντίαι , βερεκυντίας masc nom/voc pl βερεκυντίᾱͅ , βερεκυντίας masc dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)